ἄγνωρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ἄγνωρος
- ο άγνωστος, μη γνώριμος
- αγνώριστος
- αχάριστος
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ άγνωρος - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].