Ἀγλαΐα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀγλαΐα, Αγλαΐα

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀγλαΐ αἱ Ἀγλαΐαι
      γενική τῆς Ἀγλαΐᾱς τῶν Ἀγλαϊῶν
      δοτική τῇ Ἀγλαΐ ταῖς Ἀγλαΐαις
    αιτιατική τὴν Ἀγλαΐᾱν τὰς Ἀγλαΐᾱς
     κλητική ! Ἀγλαΐ Ἀγλαΐαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀγλαΐ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀγλαΐαιν
Συνήθως στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἀγλαΐα < ἀγλαός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἀγλαΐα θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία) στην ελληνική μυθολογία, μία από τις Χάριτες, αλληγορική θεότητα των ακτίνων της αυγής

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]