Ἀμφιτρίτη
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ἀμφῐτρῑ́τη < Από παλαιότερη μορφή Ἀμφιτρῑ́τᾱ < ἀμφι- + *τρῑ́τα (θάλασσα) «αυτή που περικλείει την θάλασσα».
- Ο Βίτσακ (Witczak) επανασυνθέτει πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *Tritā (θεά της θάλασσας) και συνδέει σανσκριτική त्रि॒तः (Trĭtáḥ, θεότητα που σχετίζεται με το νερό), παλαιά ιρλανδικά triäth (θάλασσα, κύματα), ετρουσκική Tretu, παλαιά ιρλανδικά (Torc) Triath (μυθολογικός βασιλιάς αγριοχοίρων), αβεστική Āϑwiya- (όνομα ενός δαίμονος)[1].
- Ο Πόκορνυ (Pokorny) επανασυνθέτει πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *trii̯əto-, *trīto- (υδατινό στοιχείο) και συνδέει επιπλέον Τρῑτωνίς (υδρωνύμιο: λίμνη στην Λιβύη, πηγή στην Αρκαδία), Τρῑτογένεια (όνομα της Αθηνάς, διότι γεννήθηκε κοντά στην Τριτωνίδα λίμνη)[2].
- Παραβάλετε και το όνομα Τρῑ́των, του γιου της που επίσης σχετίζεται.
- Κατά τον Αδράδο (Adrados)[3], η σημασία 3 «ο αριθμός έξι» προέκυψε λόγω παρετυμολογίας από τις λέξεις ἀμφίς και τριάς «ἀμφὶς ἑαυτῆς δύο παρέχουσαν τριάδας».
- Η σχέση με το τρῐ́τος αποκλείεται σημασιολογικά και μορφολογικά λόγω της ποσότητας του διχρόνου φωνήεντος ῑ. Επίσης δεν σχετίζεται το Ἀμφιτρύων, ούτε το τρῐτογένεια με την σημασία «γεννηθείσα την τρίτη ημέρα»[2].
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /am.pʰi.tɾǐː.tɛː/ (5ος π.Χ. αιώνας Αττική)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ἀμ‐φι‐τρί‐τη
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ἀμφῐτρῑ́τη, -ης θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) η Αμφιτρίτη· σύζυγος του Ποσειδώνα, μητέρα του Τρίτωνα και μια από τις πενήντα Νηρηίδες
- ※ 8ος αιώνας πκε ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 3 (γ. Ἰθακησίων ἐκκλησία καὶ Τηλεμάχου ἀποδημία.), στίχ. 91
- οὐ γάρ τις δύναται σάφα εἰπέμεν ὁππόθ' ὄλωλεν, | εἴ θ' ὅ γ' ἐπ' ἠπείρου δάμη ἀνδράσι δυσμενέεσσιν, | εἴ τε καὶ ἐν πελάγει μετὰ κύμασιν Ἀμφιτρίτης.
- κανείς δεν έχει να μας πει ακριβώς πώς αφανίστηκε· | αν στη στεριά τον δάμασαν άνδρες εχθροί· | ή αν τον έπνιξαν τα κύματα της Αμφιτρίτης καταμεσής στο πέλαγος.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- οὐ γάρ τις δύναται σάφα εἰπέμεν ὁππόθ' ὄλωλεν, | εἴ θ' ὅ γ' ἐπ' ἠπείρου δάμη ἀνδράσι δυσμενέεσσιν, | εἴ τε καὶ ἐν πελάγει μετὰ κύμασιν Ἀμφιτρίτης.
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 254
- Κυμοδόκη θ᾽, ἣ κύματ᾽ ἐν ἠεροειδέι πόντῳ | πνοιάς τε ζαέων ἀνέμων σὺν Κυματολήγῃ | ῥεῖα πρηΰνει καὶ ἐυσφύρῳ Ἀμφιτρίτῃ
- η Κυμοδόκη που μες στο σκοτεινό τον πόντο τα κύματα | και τις πνοές των μανιασμένων των ανέμων εύκολα ηρεμεί | μαζί με την Κυματολήγη και την Αμφιτρίτη που ωραίους αστραγάλους έχει
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- Κυμοδόκη θ᾽, ἣ κύματ᾽ ἐν ἠεροειδέι πόντῳ | πνοιάς τε ζαέων ἀνέμων σὺν Κυματολήγῃ | ῥεῖα πρηΰνει καὶ ἐυσφύρῳ Ἀμφιτρίτῃ
- ※ 8ος αιώνας πκε ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 3 (γ. Ἰθακησίων ἐκκλησία καὶ Τηλεμάχου ἀποδημία.), στίχ. 91
- (μεταφορικά) η θάλασσα
- ※ 8ος αιώνας πκε ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 12 (μ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Σειρῆνας, Σκύλλαν, Χάρυβδιν, βόας Ἡλίου.), στίχ. 60
- ἔνθεν μὲν γὰρ πέτραι ἐπηρεφέες, προτὶ δ' αὐτὰς | κῦμα μέγα ῥοχθεῖ κυανώπιδος Ἀμφιτρίτης· | Πλαγκτὰς δή τοι τάς γε θεοὶ μάκαρες καλέουσι.
- Στην από δω μεριά δυο βράχοι κατακόρυφοι αντικρίζονται, | όπου μουγκρίζει αφρίζοντας της Αμφιτρίτης, με τα σκοτεινά της μάτια, το μεγάλο κύμα. | Πλαγκτές τις ονομάζουν οι μακάριοι θεοί τις Πέτρες·
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἔνθεν μὲν γὰρ πέτραι ἐπηρεφέες, προτὶ δ' αὐτὰς | κῦμα μέγα ῥοχθεῖ κυανώπιδος Ἀμφιτρίτης· | Πλαγκτὰς δή τοι τάς γε θεοὶ μάκαρες καλέουσι.
- ※ 8ος αιώνας πκε ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 12 (μ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Σειρῆνας, Σκύλλαν, Χάρυβδιν, βόας Ἡλίου.), στίχ. 97
- αὐτοῦ δ' ἰχθυάᾳ, σκόπελον περιμαιμώωσα, | δελφῖνάς τε κύνας τε καὶ εἴ ποθι μεῖζον ἕλῃσι | κῆτος, ἃ μυρία βόσκει ἀγάστονος Ἀμφιτρίτη.
- κι έτσι ψαρεύει λαίμαργα, ψάχνοντας γύρω από τον βράχο, | δελφίνια και σκυλόψαρα, όταν δεν πιάνει | κάποιο κήτος μεγαλύτερο, από τα τόσα που ανατρέφει η Αμφιτρίτη άγρια στενάζοντας.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- αὐτοῦ δ' ἰχθυάᾳ, σκόπελον περιμαιμώωσα, | δελφῖνάς τε κύνας τε καὶ εἴ ποθι μεῖζον ἕλῃσι | κῆτος, ἃ μυρία βόσκει ἀγάστονος Ἀμφιτρίτη.
- ※ 8ος αιώνας πκε ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 12 (μ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Σειρῆνας, Σκύλλαν, Χάρυβδιν, βόας Ἡλίου.), στίχ. 60
- (στους Πυθαγορείους) ο αριθμός έξι
- ※ 4ος κε ⌘ Ἰάμβλιχος, Τὰ Θεολογούμενα τῆς Ἀριθμητικῆς
- παρὰ δὲ τὸ αὐτὸ καὶ Ἀμφιτρίτην ἐκάλουν αὐτήν, ἀμφὶς ἑαυτῆς δύο παρέχουσαν τριάδας· τὸ γὰρ ἀμφὶς κατὰ διχασμὸν χωρίς ἐστι.
- → λείπει η μετάφραση
- παρὰ δὲ τὸ αὐτὸ καὶ Ἀμφιτρίτην ἐκάλουν αὐτήν, ἀμφὶς ἑαυτῆς δύο παρέχουσαν τριάδας· τὸ γὰρ ἀμφὶς κατὰ διχασμὸν χωρίς ἐστι.
- ※ 4ος κε ⌘ Ἰάμβλιχος, Τὰ Θεολογούμενα τῆς Ἀριθμητικῆς
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| Ᾰμφῐτρῑτ- | ||||
| ονομαστική | ἡ | Ἀμφιτρίτη | ||
| γενική | τῆς | Ἀμφιτρίτης | ||
| δοτική | τῇ | Ἀμφιτρίτῃ | ||
| αιτιατική | τὴν | Ἀμφιτρίτην | ||
| κλητική ὦ! | Ἀμφιτρίτη | |||
| Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό. | ||||
| 1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'νίκη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Απόγονοι
[επεξεργασία]Ἀμφῐτρῑ́τη (αρχαία ελληνικά)
- ↴ νέα ελληνικά: Αμφιτρίτη
- ↴ λατινικά: Amphitrītē
- ↴ ρωσικά: Амфитри́та (Amfitríta)
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ K. T. Witczak, I. Kaczor, Linguistic evidence for Proto-Indo-European pantheon [Γλωσσολογική τεκμηρίωση για το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό πάνθεον] (στα αγγλικά)
- 1 2 Ἀμφιτρίτηhtm@starling σελ. 1096, Τόμος 3ος - Pokorny, Julius (1959) Indogermanisches etymologisches Wörterbuch [Ινδογερμανικό (ινδοευρωπαϊκό) ετυμολογικό λεξικό] (στα γερμανικά). Βέρνη, Μόναχο: Francke Verlag. Τόμοι 1‑3.
- ↑ Ἀμφιτρίτη - Diccionario Griego-Español (DGE en línea) [Λεξικό ελληνικών (αρχαίων) - ισπανικών online] (στα ισπανικά) του Francisco R. Adrados (Φρανθίσκο Αδράδος) & Juan Rodríguez Somolinos, έως στο λήμμα «ἔξαυος» (συντομογραφίες).
Πηγές
[επεξεργασία]- Ἀμφιτρίτη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λέξεις με πρόθημα ἀμφι- (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Θεωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα με πρόθημα Ἀμφι- (αρχαία ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Οδύσσεια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ησίοδο (αρχαία ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Ελλείπουσες μεταφράσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση της ομάδας 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση 'νίκη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με ετυμολογικούς απογόνους (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
