Ἀσπρονέριον
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τὸ | Ἀσπρονέριον | τὰ | Ἀσπρονέρια | ||||
| γενική | τοῦ | Ἀσπρονερίου | τῶν | Ἀσπρονερίων | ||||
| δοτική | τῷ | Ἀσπρονερίῳ | τοῖς | Ἀσπρονερίοις | ||||
| αιτιατική | τὸ | Ἀσπρονέριον | τὰ | Ἀσπρονέρια | ||||
| κλητική ὦ! | Ἀσπρονέριον | Ἀσπρονέρια | ||||||
| Συνήθως στον ενικό | ||||||||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ἀσπρονέριον < → δείτε τη λέξη Ασπρονέρι
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.spɾoˈne.ɾi.on/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ἀ‐σπρο‐νέ‐ρι‐ον
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ἀσπρονέριον ουδέτερο
- (καθαρεύουσα) ονομασία οικισμών της Ελλάδας
- → δείτε τη λέξη Ασπρονέρι