Ἀτρόμητος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ἀτρόμητος < → δείτε τη λέξη ἀτρόμητος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ἀτρόμητος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- ※ πότερ᾽ ὡς ὁ πατήρ σου Τρόμης ἐδούλευε παρ᾽ Ἐλπίᾳ τῷ πρὸς τῷ Θησείῳ διδάσκοντι γράμματα […] καὶ δύο συλλαβὰς προσθεὶς [Αἰσχίνης] τὸν μὲν πατέρ᾽ ἀντὶ Τρόμητος ἐποίησεν Ἀτρόμητον (από τον «Περί του στεφάνου» (129-130) λόγο του Δημοσθένη)