ἐξαγγέλλω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ἐξαγγέλλω θηλυκό
- γνωστοποιώ ειδήσιες
- προδίδω (για λιποτάκτες)
- (μέση φωνή)
- διηγούμαι
- γνωστοποιούμαι
[επεξεργασία]
Κλίση[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- ἐξαγγέλλω στην Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ. Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012.
- «ἐξαγγέλλω» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.