ἐπιθυμέω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  ἐπιθυμέω 
Παρατατικός  ἐπεθύμουν 
Μέλλοντας  ἐπιθυμήσω 
Αόριστος  ἐπεθύμησα 
Παρακείμενος  ἐπιτεθύμηκα 
Υπερσυντέλικος
Συντελ.Μέλλ.
Στην παθητική φωνή απαντά μόνο η μετοχή ενεστώτα «τὰ ἐπιθυμούμενα»
και το σύνθετο απαρέμφατο «ἀντεπιθυμεῖσθαι».

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἐπιθυμέω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ἐπιθυμέω

  • ποθώ, λαχταρώ, επιθυμώ σφόδρα
    ※  6ος↑ αιώνας [μεσαιωνικά χφφ] Αίσωπος, Αἰσώπου Μῦθοι, Πρόβατον κειρόμενον, 232.1
    εἰ μὲν ἔρια ἐπιζητεῖς, ἀνωτέρω τέμνε, εἰ δὲ κρεῶν ἐπιθυμεῖς, ἅπαξ με καταθύσας τοῦ κατὰ μικρὸν βασανίζειν ἀπάλλαξον.
    αν είναι το μαλλί μου που γυρεύεις, κόβε πιο πάνω, όχι τόσο βαθιά. Αν πάλι θέλεις το κρέας μου, σφάξε με μια και καλή, μη με βασανίζεις έτσι λίγο-λίγο.
    Μετάφραση: Κωνσταντάκος, Ιωάννης Μ., Αθήνα: Κίχλη @greek‑language.gr. Απόσπασμα από το μύθο: Το πρόβατο που το κούρευαν.

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]