ἐπωτίδες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc) [επεξεργασία]
Ονομαστική | ἐπωτίδε | ἐπωτίδες | |
Γενική | ἐπωτίδοιν | ἐπωτίδων | |
Δοτική | ἐπωτίδοιν | ἐπωτίσι(ν) | |
Αιτιατική | ἐπωτίδε | ἐπωτίδας | |
Κλητική | ἐπωτίδε | ἐπωτίδες |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ἐπωτίδες