ἐχθρός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

ἐχθρός, -ά, -όν

  1. μισητός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἐχθρός αρσενικό

  1. εχθρός