ἑλένη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | ἑλένη | αἱ | ἑλέναι |
γενική | τῆς | ἑλένης | τῶν | ἑλενῶν |
δοτική | τῇ | ἑλένῃ | ταῖς | ἑλέναις |
αιτιατική | τὴν | ἑλένην | τὰς | ἑλένᾱς |
κλητική ὦ! | ἑλένη | ἑλέναι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἑλένᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἑλέναιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'βελόνη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἑλένη < αβέβαιης ετυμολογίας ἑλένιον (το φυτό απ' όπου τα καλάμια). Αβέβαιος ο συσχετισμός με την Ἑλένη • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἑλένη θηλυκό
- δάδα, δάδα από καλάμια
- άλλες μορφές: ἑλάνα (δωρικός τύπος )
- καλάθι από καλάμια για τα απαραίτητα της λατρείας της Βραυρωνίας Αρτέμιδος
- → δείτε και τη λέξη Ἑλενηφόρια
- υποκοριστικό: ἑλενίδιον
Πηγές
[επεξεργασία]- ἑλένη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'βελόνη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'βελόνη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με άγνωστη ετυμολογία (αρχαία ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)