ἕννυμι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἕννυμι < *ϝέσνυμι (με σν > νν) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *wes- στη σημασία ντύνω. Συγγενή: → δείτε στο εἷμα.

ἕννυμι

Παράγωγα

[επεξεργασία]
 ετυμολογικό πεδίο 
*ϝεσ- 

και δείτε τα παράγωγά τους

Σύνθετα

[επεξεργασία]

και δείτε τα παράγωγά τους