Ἐλασσών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐλάσσων, ελάσσων

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἐλασσών
      γενική τῆς Ἐλασσόνος
      δοτική τῇ Ἐλασσόν
    αιτιατική τὴν Ἐλασσόν
     κλητική ! Ἐλασσών
3η κλίση, Κατηγορία 'κανών' όπως «κανών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἐλασσών < αρχαία ελληνική Ὀλοοσσών

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἐλασσών θηλυκό