Ἑρμαῖος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἑρμαῖος < Ἑρμῆς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Ἑρμαῖος,η,ον και Ἑρμαῖος,α,ον και Ἕρμαιος,ος,ον και Ἑρμαΐς-ίδος (θηλυκό, π.χ. για κρήνη)

  1. του Ερμή
  2. μήνας του χρόνου στο Άργος (και στην Αλικαρνασσό αλλά εκεί με τη μορφή ἑρμαιών,-ῶνος,)

Επίθετο[επεξεργασία]

Ἑρμαῖος,α,ον

  1. (συχνά όχι με κεφαλαίο), δηλαδή ἑρμαῖος, α, ον : ο κερδοφόρος, ο επικερδής
  2. που δόθηκε ανέλπιστα σαν δώρο της τύχης ή του θεού Ερμή (δηλαδή ως συνώνυμο της λεξης ἕρμαιον)