ἡρωϊσμός
(Ανακατεύθυνση από ἡρωισμός)
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ἡρωϊσμός | οἱ | ἡρωϊσμοί |
γενική | τοῦ | ἡρωϊσμοῦ | τῶν | ἡρωϊσμῶν |
δοτική | τῷ | ἡρωϊσμῷ | τοῖς | ἡρωϊσμοῖς |
αιτιατική | τὸν | ἡρωϊσμόν | τοὺς | ἡρωϊσμούς |
κλητική ὦ! | ἡρωϊσμέ | ἡρωϊσμοί | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἡρωϊσμώ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἡρωϊσμοῖν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ἡρωϊσμός αρσενικό
- (ελληνιστική κοινή) η λατρεία που αποδίδεται σε ήρωες
[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'ναός' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μός (νέα ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική κοινή
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)