Ἡράκλειτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ηράκλειτος

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἡράκλειτος οἱ Ἡράκλειτοι
      γενική τοῦ Ἡρακλείτου τῶν Ἡρακλείτων
      δοτική τῷ Ἡρακλείτ τοῖς Ἡρακλείτοις
    αιτιατική τὸν Ἡράκλειτον τοὺς Ἡρακλείτους
     κλητική ! Ἡράκλειτε Ἡράκλειτοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἡρακλείτω
γεν-δοτ τοῖν  Ἡρακλείτοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἡράκλειτος < Ἥρα + κλειτός (ένδοξος), κυριολεκτικά «δόξα της Ήρας»

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἡράκλειτος αρσενικό

Παράγωγα[επεξεργασία]

με Ἡρακλειτ-

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]