ἰνβερτοποίησις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἰνβερτοποίησις: νεολογισμός των αρχών του 20ου αιώνα < πιθανόν γαλλική invertir (αναστρέφω) + -ποίησις
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ἰνβερτοποίησις θηλυκό
- (καθαρεύουσα) παλαιότερη μορφή του ιμβερτοποίηση
- ※ Στὸ μέλι αὐτὸ χρειάζεται ἀπὸ τὰ μελίσσια περισσότερη ἐργασία γιὰ τὴν ἰνβερτοποίησι ὥστε νὰ μεταβληθῆ δηλ. ἕνα μεγάλο ποσὸ σὲ σταφυλοζάχαρο
- Τριβιζάς, Γεώργιος (1868‑1938) (1904) Οδηγός της Νεωτέρας Μελισσοκομίας. Εκδόσεις: 1929, 1938, 1948. Αθήνα: Πελεκάνος, 2014.σελ.70 @books.google
- ※ Στὸ μέλι αὐτὸ χρειάζεται ἀπὸ τὰ μελίσσια περισσότερη ἐργασία γιὰ τὴν ἰνβερτοποίησι ὥστε νὰ μεταβληθῆ δηλ. ἕνα μεγάλο ποσὸ σὲ σταφυλοζάχαρο
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Η μορφή ιμβερτοποίηση, με προσαρμογή [nv] > [mv] (που απαντά στα ελληνικά) και κατάληξη της δημοτικής.