ἱστᾶσι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

ἱστᾶσι

Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]

ἱστᾶσι
  1. δοτική ενικού του ἱστάς
  2. δοτική ενικού του ἱστάν (ουδέτερο του ἱστάς)
→ δείτε τη λέξη  ἵστημι