ὀργανῶ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

ὀργανῶ (συνήθως σε τύπους της μεσοπαθητικής φωνής ὀργανοῦμαι)