ὁρριάριος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ὁρριάριος ήδη από τον 6ο αιώνα < (άμεσο δάνειο) λατινική horrearius

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ὁρριάριος αρσενικό (θηλυκό ὁριαρία & ὁρριαρία)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]