Ὠρίων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ὠρίων | ||
γενική | τοῦ | Ὠρίωνος | ||
δοτική | τῷ | Ὠρίωνῐ | ||
αιτιατική | τὸν | Ὠρίωνᾰ | ||
κλητική ὦ! | Ὠρίων | |||
3η κλίση, Κατηγορία 'κώδων' όπως «κώδων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ὠρίων < πιθανόν ὤρα (μέριμνα) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ὠρίων, -ωνος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- (ελληνική μυθολογία) ο Ωρίων (Ωρίωνας), κυνηγός που τον σκότωσε η Άρτεμις επειδή τον ερωτεύθηκε η Ηώς και ο οποίος μεταμορφώθηκε σε αστέρι
- (αστρονομία) ο αστερισμός Ωρίων
- Δείτε → Μεταφράσεις στο λήμμα Ωρίων
Πηγές
[επεξεργασία]- Ὠρίων - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Ὠρίων - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'κώδων' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'κώδων' χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης αρσενικά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα χωρίς πληθυντικό (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'κώδων' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Αστρονομία (αρχαία ελληνικά)
- Αστερισμοί (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)