ᾄσατε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

ᾄσατε

  • β΄ πρόσωπο πληθυντικού προστακτικής ενεργητικού αορίστου του ρήματος ᾄδω
    ※  "ᾄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ" [= τραγουδήστε για τον Χριστό (και) όλη η γη !] (απόσπασμα ομιλίας Αγίου Γρηγορίου του θεολόγου)