ⲁⲅⲱⲛⲟⲑⲉⲧⲏⲥ
Εμφάνιση
Κοπτικά (cop)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ⲁⲅⲱⲛⲟⲑⲉⲧⲏⲥ < (άμεσο δάνειο) αρχαία ελληνική ἀγωνοθέτης
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ⲁⲅⲱⲛⲟⲑⲉⲧⲏⲥ
- (σαχιδικά, μποχαϊρικά) αγωνοθέτης, οργανωτής, χορηγός αγώνα