オーケストラ
Εμφάνιση
Ιαπωνικά (ja)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- オーケストラ < (άμεσο δάνειο) αγγλική orchestra < λατινική orchēstra < αρχαία ελληνική ὀρχήστρα) [1]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]オーケストラ (ja) (katakana) rōmaji: ōkesutora
Παράγωγα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- オーケストラ στην ιαπωνική Βικιπαίδεια
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ «καραόκε», «ορχήστρα» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.