𐀀𐀵𐀫𐀦

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μυκηναϊκή διάλεκτος (gmy)[επεξεργασία]

a
to ro qo

Ετυμολογία [επεξεργασία]

𐀀𐀵𐀫𐀦 < αβέβαιης ετυμολογίας Δείτε την αρχαία ελληνική ἄνθρωπος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

𐀀𐀵𐀫𐀦 αρσενικό (a-to-ro-qo)