ἄμπελος
Εμφάνιση
(Ανακατεύθυνση από -άμπελος)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | ἄμπελος | αἱ | ἄμπελοι |
| γενική | τῆς | ἀμπέλου | τῶν | ἀμπέλων |
| δοτική | τῇ | ἀμπέλῳ | ταῖς | ἀμπέλοις |
| αιτιατική | τὴν | ἄμπελον | τὰς | ἀμπέλους |
| κλητική ὦ! | ἄμπελε | ἄμπελοι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἀμπέλω | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | ἀμπέλοιν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «κάμινος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἄμπελος < πιθανόν προελληνική προέλευση [1]
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇘ νέα ελληνικά: άμπελος και δείτε ἀμπέλιον
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἄμπελος θηλυκό
- το αμπέλι
Παράγωγα
[επεξεργασία]- ἀμπελεών
- ἀμπέλιον (υποκοριστικό)
- ἀμπέλιος
- ἀμπελο- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ἀμπελο- στο Βικιλεξικό
- -άμπελος Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -άμπελος στο Βικιλεξικό
- Λέξεις με -αμπελ- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
[επεξεργασία]- ἄμπελος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἄμπελος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση 'θρίαμβος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θρίαμβος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θρίαμβος' θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την προελληνική (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με ετυμολογικούς απογόνους (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)