-αρχος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. για ό,τι αφορά τα επίθετα, και ό,τι δεν αναφέρεται στις πηγές. ‑‑Sarri.greek  | 05:26, 30 Μαρτίου 2023 (UTC).


Δείτε επίσης: -άρχος, ἄρχος, ἀρχός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-αρχος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -αρχος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aɾ.xos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -αρ‐χος

Επίθημα[επεξεργασία]

-αρχος

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη άρχω

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-αρχος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -αρχος → και δείτε τους όρους ἄρχος και -άρχος
Ή < -άρχης με κατάληξη -ος. (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Επίθημα[επεξεργασία]

-αρχος

  1. δεύτερο συνθετικό αρσενικών ουσιαστικών που δηλώνει πρόσωπο με εξουσία ή πρόσωπο που προΐσταται
    δήμαρχος
    ἐκκλησιάρχης > ἐκκλησίαρχος
    άλλες μορφές: -αρχός
  2. δεύτερο συνθετικό επιθέτων που εκφράζουν αρχή, εξουσία όπως ορίζεται στο πρώτο συνθετικό
  3. ἄναρχος

Σύνθετα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-αρχος < ἄρχ(ω) + -ος
Ή, -άρχ(ης) + -ος (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Επίθημα[επεξεργασία]

-αρχος

  1. δεύτερο συνθετικό σύνθετων αρσενικών ουσιαστικών που δηλώνει πρόσωπο με πολιτική ή στρατιωτική εξουσία
    γυμνασίαρχος (επικεφαλής γυμναστηρίου)
    ἑκατοντάρχης > ἑκατόνταρχος
  2. δεύτερο συνθετικό επιθέτων που δηλώνει την αρχή, την εξουσία όπως προσδιορίζεται από το πρώτο συνθετικό (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
    ἄναρχος
    κυριαρχ(ία_ > (αναδρομικός σχηματισμός): κυρίαρχος

Σύνθετα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη ἄρχω