-ειδής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -ειδής < (λόγιο) αρχαία ελληνική -ειδής < εἶδος
Επίθημα[επεξεργασία]
-ειδής, -ής, -ές
Σύνθετα[επεξεργασία]
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -ειδής στο Βικιλεξικό
- «Λέξεις -ειδής» - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
αρχαία ελληνικά[επεξεργασία]
Πτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ὁ, ἡ -ειδής | τὸ -ειδές | οἱ, αἱ -ειδεῖς | τὰ -ειδῆ |
Γενική | τοῦ, τῆς -ειδοῦς | τοῦ -ειδοῦς | τῶν -ειδῶν | τῶν -ειδῶν |
Δοτική | τῷ, τῇ -ειδεῖ | τῷ -ειδεῖ | τοῖς, ταῖς -ειδέσι(ν) | τοῖς -ειδέσι(ν) |
Αιτιατική | τὸν, τὴν -ειδῆ | τὸ -ειδές | τοὺς, τὰς -ειδεῖς | τὰ -ειδῆ |
Κλητική | -ειδές | -ειδές | -ειδεῖς | -ειδῆ |
Πτώσεις | Δυικός | |||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | -ειδεῖ | |||
Γενική-Δοτική | -ειδοῖν |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -ειδής < εἶδος + κατάληξη -ής < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wéydos < *weyd- (βλέπω)
Επίθημα[επεξεργασία]
-ειδής, -ής, -ές