-ιάζω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -ιάζω → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈi̯a.zo/ (το [i] με συνίζηση σε δίφθογγο, προφέρεται ανάλογα με το σύμφωνο που προηγείται)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ιά‐ζω
Επίθημα
[επεξεργασία]-ιάζω, παθητικό -ιάζομαι
- παραγωγική κατάληξη ρημάτων που σημαίνουν