-πλευρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο -πλευρος η -πλευρη το -πλευρο
      γενική του -πλευρου της -πλευρης του -πλευρου
    αιτιατική τον -πλευρο τη(ν) -πλευρη το -πλευρο
     κλητική -πλευρε -πλευρη -πλευρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι -πλευροι οι -πλευρες τα -πλευρα
      γενική των -πλευρων των -πλευρων των -πλευρων
    αιτιατική τους -πλευρους τις -πλευρες τα -πλευρα
     κλητική -πλευροι -πλευρες -πλευρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-πλευρος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -πλευρος < πλευρά + -ος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ple.vɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -πλευ‐ρος

Επίθημα[επεξεργασία]

-πλευρος, -η, -ο

Σύνθετα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ζητούμενο λήμμα