-τός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -τός | η | -τή | το | -τό |
γενική | του | -τού | της | -τής | του | -τού |
αιτιατική | τον | -τό | τη(ν) | -τή | το | -τό |
κλητική | -τέ | -τή | -τό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -τοί | οι | -τές | τα | -τά |
γενική | των | -τών | των | -τών | των | -τών |
αιτιατική | τους | -τούς | τις | -τές | τα | -τά |
κλητική | -τοί | -τές | -τά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -τός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -τός[1]
Επίθημα[επεξεργασία]
-τός, -ή, -ό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Όλες οι μορφές, ανάλογα με το συνοπτικό θέμα του ρήματος από το οποίο σχηματίζονται
- -τός, -τή, -τό (όπως διδάσκω, δίδαξα (δίδακ-σα) > διδακτός)
- -στός, -στή, -στό (όπως σπάζω, έσπασα > σπαστός)
- -χτός, -χτή, -χτό (όπως ρίχνω, έριξα (έρικ-σα) > ρικ-τός > ριχτός)
και
- -ετός, -ετή, -ετό (όπως επαινώ, επαίνεσα > επαινετός)
- -ητός, -ητή, -ητό (όπως κινώ, κίνησα > κινητός)
- -ωτός, -ωτή, -ωτό (όπως βιδώ(νω) > βιδωτός)
Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -τός στο Βικιλεξικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
-τός
|
[επεξεργασία]
- ↑ "-τός -τή -τό" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
γένη → | αρσενικό & θηλυκό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | -τός | ἡ | -τή | τὸ | -τόν |
γενική | τοῦ/τῆς | -τοῦ | τῆς | -τῆς | τοῦ | -τοῦ |
δοτική | τῷ/τῇ | -τῷ | τῇ | -τῇ | τῷ | -τῷ |
αιτιατική | τὸν/τὴν | -τόν | τὴν | -τήν | τὸ | -τόν |
κλητική ὦ! | -τέ | -τή | -τόν | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | -τοί | αἱ | -ταί | τὰ | -τᾰ́ |
γενική | τῶν | -τῶν | τῶν | -τῶν | τῶν | -τῶν |
δοτική | τοῖς/ταῖς | -τοῖς | ταῖς | -ταῖς | τοῖς | -τοῖς |
αιτιατική | τοὺς/τὰς | -τούς | τὰς | -τᾱ́ς | τὰ | -τᾰ́ |
κλητική ὦ! | -τοί | -ταί | -τᾰ́ | |||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -τώ | τὼ | -τᾱ́ | τὼ | -τώ |
γεν-δοτ | τοῖν | -τοῖν | τοῖν | -ταῖν | τοῖν | -τοῖν |
Ο τύπος του θηλυκού σε -ός, περισσότερο συνηθισμένος. | ||||||
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'κολοβός' όπως «κολοβός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επίθετα με κλίση όπως το 'κολοβός' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'κολοβός' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ζητούμενα λήμματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)