-ωρός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -ωρός < αρχαία ελληνική -ωρός < ὤρα (φροντίδα) που δεν σχετίζεται με την ὥρα με δασεία.
Κατάληξη[επεξεργασία]
-ωρός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
-ωρός
|