-ότατος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -ότατος | η | -ότατη | το | -ότατο |
γενική | του | -ότατου | της | -ότατης | του | -ότατου |
αιτιατική | τον | -ότατο | τη(ν) | -ότατη | το | -ότατο |
κλητική | -ότατε | -ότατη | -ότατο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -ότατοι | οι | -ότατες | τα | -ότατα |
γενική | των | -ότατων | των | -ότατων | των | -ότατων |
αιτιατική | τους | -ότατους | τις | -ότατες | τα | -ότατα |
κλητική | -ότατοι | -ότατες | -ότατα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -ότατος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ότατος, -ώτατος[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈo.ta.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ό‐τα‐τος
Επίθημα
[επεξεργασία]-ότατος, -η, -ο
- επίθημα με το οποίο σχηματίζεται το μονολεκτικό απόλυτο στον υπερθετικό βαθμό για επίθετα τσ οποία έχουν κατάληξη -ος/-ός
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ "-ότατος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
[επεξεργασία]- -ότατος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ζητούμενα λήμματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)