-il-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

-il- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: εργαλείο

Παράγωγα

[επεξεργασία]