Agronomie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aɡʁonoˈmiː/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ag‐ro‐no‐mie
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Agronomie (de) θηλυκό, μόνο στον ενικό