Akkadisch
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aˈkaːdɪʃ/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ak‐ka‐disch
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Akkadisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
![]() |
Akkadisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό