Alectoris graeca
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Διαγλωσσικοί όροι[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Alectoris graeca < → δείτε τις λέξεις alectoris και graecus (λατινικά) και την αρχαία ελληνική ἀλεκτορίς (η κότα).
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Alectoris graeca (θηλυκό)
- (ορνιθολογία) ταξινομικός όρος - είδος: Αλεκτορίς η ελληνική, γνωστή ως πετροπέρδικα