Alsace

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Alsace < μεσαιωνική λατινική Alsatia < παλαιά άνω γερμανική ali sazzo (αυτός που κατοικεί από την άλλη πλευρά, εννοείται η απέναντι όχθη του ποταμού Ρήνου)[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /al.zas/
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Alsace (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.