Atheist

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: atheist

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Atheist (de) αρσενικό (θηλυκό Atheistin)