Becken

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Becken (de) ουδέτερο

  1. (ανατομία) λεκάνη
  2. σκάφη, λεκάνη πλυσίματος