Besuch
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Besuch (de) αρσενικό
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Besuch < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Besuch αρσενικό ή θηλυκό