Bison
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Bison (de) αρσενικό
- (θηλαστικό ζώο) ο βίσονας
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Bison < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Bison αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Bison < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Bison αρσενικό ή θηλυκό