Bleistift
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Bleistift (de) αρσενικό
- μολύβι (για γράψιμο)
Bleistift (de) αρσενικό