CAPTCHA
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- CAPTCHA < Completely Automated Public Turing test to tell Computers and Humans Apart (από 2003)
Προφορά
[επεξεργασία]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
CAPTCHA | CAPTCHAs |
CAPTCHA (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)
- (διαδίκτυο) τύπος ελέγχου από ιστοσελίδες ώστε να διαπιστωθεί αν ο χρήστης είναι άνθρωπος ή διαδικτυακό ρομπότ (bot), απαιτώντας απάντηση από σχήματα και εικόνες που είναι δύσκολο να επεξεργαστούν και να αποκρυπτογραφηθούν από πρόγραμμα υπολογιστή
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
CAPTCHA στη Βικιπαίδεια
-
CAPTCHA στην αγγλική Βικιπαίδεια