Chef
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Chef (de) αρσενικό (θηλυκό Chefin)
- το αφεντικό
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Chef < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Chef αρσενικό ή θηλυκό