Μετάβαση στο περιεχόμενο

Congolese

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
Congolese Congolese

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Congolese (en)

  1. (εθνικό όνομα) Κονγκολέζος

Επίθετο

[επεξεργασία]

Congolese (en)

  1. κονγκολέζικος