Del

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Διεθνείς όροι[επεξεργασία]

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Del



Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Del < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Del αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], φύλλο Miehet kaikki