Doro

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Doro < υποκοριστικό του Teodoro

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Doro (it) αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα ο Θεόδουλος
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)

Πηγές[επεξεργασία]

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]

Συγγενικά[επεξεργασία]