Durst
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Durst (de) θηλυκό
- η δίψα
- ich habe Durst - δειψώ
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Durst < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Durst αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]