Entomologe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Entomologe (de) αρσενικό (θηλυκό Entomologin)
Entomologe (de) αρσενικό (θηλυκό Entomologin)