Μετάβαση στο περιεχόμενο

FOMO

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
FOMO < Fear Of Missing Out

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

FOMO (en) αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]